Για την πυρπόληση των ανακτόρων της Περσέπολης υπάρχουν ουσιαστικά δύο εκδοχές: ότι ο Αλέξανδρος είχε από πριν αποφασίσει ότι δεν έπρεπε να μείνει τίποτα από τα μεγαλοπρεπή κτίρια που είχε ανεγείρει η περσική δυναστεία, και η δεύτερη εκδοχή, πιο συναρπαστική, ότι στο τέλος μιας μεγάλη γιορτής με πλούσια οινοποσία, η Αθηναία εταίρα Θαϊδα πρότεινε να "τα κάψουν όλα", όπως είχαν κάψει οι Πέρσες την Ακρόπολη 150 χρόνια πριν. Και χωρίς να εκφράσει αντίρρηση ο Αλέξανδρος - ή και με την ενεργή συμμετοχή του - γρήγορα τα λόγια της εταίρας έγιναν πράξη...
Στο ποίημα, που διαδραματίζεται την αυγή της πυρπόλησης, ο Ηφαιστίων εκφράζει τη λύπη του για τα γενόμενα. Δεν παίρνει σαφή θέση για το ποιος ξεκίνησε τη φωτιά. Μέμφεται (με ήπιο τόνο) τον Αλέξανδρο που δεν εμπόδισε την πυρπόληση και λέει ότι η γιορταστική βραδιά θα μπορούσε να είχε τελειώσει πολύ πιο ευχάριστα. Υπενθυμίζει πως χρειάστηκαν να περάσουν με βήματα βαριά (τρικλίζοντας) από χώρους που ήδη λαμπάδιαζαν.
Στο τέλος μπαίνει ένα νέο στοιχείο: η οινοποσία, η μέθη. Στα πρώτα χρόνια της εκστρατείας ο Αλέξανδρος ήταν πολύ εγκρατής. Άρχισε να πίνει μετά τα 25 του. Μαζί του μάλλον κι ο Ηφαιστίων. Αποτέλεσμα - άμεσο ή έμμεσο - της κραιπάλης η καταστροφή της Περσέπολης; Δεν θα το μάθουμε ποτέ...
κάηκαν! κάηκαν τα ανάκτορα, οι κήποι!
δάδες πολλές, αλλά η μία η πρώτη που έγλειψε
τα χρυσοποίκιλτα παραπετάσματα,
ποιανού χέρι, ποιανού θολού ματιού
δεν θα το μάθουμε ποτέ!
- ΘαΪδα μαινόμενη θα πουν μερικοί…
Περσέπολη!
ένα όνομα στην άμμο έμεινε,
ανάγλυφα βασιλικά, αστέγαστα..
γιατί, Αλέξανδρε;
δικό σου πια το ανάκτορο.
μ’ ένα σου νεύμα,
μ’ ένα σου νεύμα θα έσβηναν οι φλόγες,
μ’ ένα σου νεύμα
θα μας τύλιγε η νύχτα ήσυχα
και ήρεμα ερωτικά,
αντί να τρικλίζουμε σε αβέβαιους θαλάμους
με μάτια καιγόμενα,
στύλο προς στύλο να ψάχνουμε σκοτάδι λυτρωτικό
σε αφύλακτες πύλες μέθης…
Στο ποίημα, που διαδραματίζεται την αυγή της πυρπόλησης, ο Ηφαιστίων εκφράζει τη λύπη του για τα γενόμενα. Δεν παίρνει σαφή θέση για το ποιος ξεκίνησε τη φωτιά. Μέμφεται (με ήπιο τόνο) τον Αλέξανδρο που δεν εμπόδισε την πυρπόληση και λέει ότι η γιορταστική βραδιά θα μπορούσε να είχε τελειώσει πολύ πιο ευχάριστα. Υπενθυμίζει πως χρειάστηκαν να περάσουν με βήματα βαριά (τρικλίζοντας) από χώρους που ήδη λαμπάδιαζαν.
Στο τέλος μπαίνει ένα νέο στοιχείο: η οινοποσία, η μέθη. Στα πρώτα χρόνια της εκστρατείας ο Αλέξανδρος ήταν πολύ εγκρατής. Άρχισε να πίνει μετά τα 25 του. Μαζί του μάλλον κι ο Ηφαιστίων. Αποτέλεσμα - άμεσο ή έμμεσο - της κραιπάλης η καταστροφή της Περσέπολης; Δεν θα το μάθουμε ποτέ...
ΠΕΡΣΕΠΟΛΗ
κάηκαν! κάηκαν τα ανάκτορα, οι κήποι!
δάδες πολλές, αλλά η μία η πρώτη που έγλειψε
τα χρυσοποίκιλτα παραπετάσματα,
ποιανού χέρι, ποιανού θολού ματιού
δεν θα το μάθουμε ποτέ!
- ΘαΪδα μαινόμενη θα πουν μερικοί…
Περσέπολη!
ένα όνομα στην άμμο έμεινε,
ανάγλυφα βασιλικά, αστέγαστα..
γιατί, Αλέξανδρε;
δικό σου πια το ανάκτορο.
μ’ ένα σου νεύμα,
μ’ ένα σου νεύμα θα έσβηναν οι φλόγες,
μ’ ένα σου νεύμα
θα μας τύλιγε η νύχτα ήσυχα
και ήρεμα ερωτικά,
αντί να τρικλίζουμε σε αβέβαιους θαλάμους
με μάτια καιγόμενα,
στύλο προς στύλο να ψάχνουμε σκοτάδι λυτρωτικό
σε αφύλακτες πύλες μέθης…