Πέμπτη 14 Απριλίου 2011

Εξιστόρηση (11)

Σημείωση για τους αναγνώστες που δεν θέλουν να παρακολουθήσουν την «Εξιστόρηση»: Κατά τους μήνες Φεβρουάριο και Μάρτιο 2011 αναρτήθηκαν κάπου 260 ποιήματα, όλα αφιερωμένα στη φιλία και τον ερωτισμό άνδρα προς άνδρα, ποιήματα εντελώς αυτόνομα.

Αντιθέτως, το έργο «Εξιστόρηση», που αναρτάται αυτές τις μέρες, αποτελείται από 94 ποιήματα, απόλυτα συνδεδεμένα μεταξύ τους, με συγκεκριμένο θέμα τη σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα σ’ ένα νεαρό και έναν άνδρα μεγαλύτερο. Θέμα ακανθώδες. Ολοκληρωμένη ιστορία. Έργο ποιητικής φαντασίας και ελευθερίας.

Προτείνεται στους αναγνώστες να διαβάζουν τα ποιήματα της «Εξιστόρησης» με τη σειρά που θα αναρτώνται. Κάθε ποίημα διατηρεί φυσικά την αισθητική του αυτονομία, αλλά εντάσσεται σαν κρίκος σε μια αλυσίδα. Ο ποιητής δίνει το λόγο στον άνδρα, που, απευθυνόμενος στο νεαρό, θυμάται, καμιά φορά ώρα προς ώρα, μέρα προς μέρα, και εξιστορεί...

Τα σημερινά δύο ποιήματα έχουν μια γεύση αρκετά διαφορετική απ ό,τι προηγήθηκε. Μας δείχνουν το νεαρό σε κόσμο «καθημερινότητας», στον οποίο ο άνδρας κινείται μάλλον στο περιθώριο. Βλέπουμε την προετοιμασία για την παρέλαση μαθητών (με τη βοήθεια του άνδρα), και η περιγραφή της παρέλασης.


 
32.
ΣΧΟΛΙΚΗ ΣΤΟΛΗ ΠΑΡΕΛΑΣΗΣ

βγαίνοντας απ το δοκιμαστήριο
με το νέο ρούχο αταίριαστο εντελώς απάνω του
- μακρύ, φαρδύ, λάθος θα έγινε -
το αγόρι μας κοίταξε με τα ήσυχα μεγάλα
μάτια εφήβου, που η λέξη αιδώς
δεν εντυπωσιάζει ακόμα.

κι όταν ο ράφτης άγαρμπα
του πήρε νέα μέτρα, φάνηκε η μέση του γυμνή,
η κοιλιά του μια λωρίδα ηλιοκαμμένοι κοιλιακοί
με αφαλό γλυκύτατο για άγγιγμα στο κέντρο.
κι ούτε που έδειχνε να δυσφορεί το αγόρι
που ο άλλος με τα χονδρά του χέρια
τον γύμνωνε, μπροστά στη φλύαρη μητέρα του
και άλλους, άγνωστους πελάτες, στη μέση του καταστήματος.

- η δική σου στολή, ευτυχώς, απάνω σου σαν χυτή.
θα μου κακοφαινόταν άγρια να σε εκθέσει
ο άθλιος ο γεροκίναιδος -

φεύγοντας, χαιρέτισες σαν ντροπαλά το αγόρι,
με τα κοφτά μισόλογα τα αποφορτισμένα,
την αιδώ των εφήβων.
ήταν συμμαθητής σου, είπες, ίδια τάξη,
Κυπριανός με τ’ όνομα.


33.
ΠΑΡΕΛΑΣΗ ΜΑΘΗΤΩΝ

όπως παρέλαυναν τα τμήματα,
σημαία μπροστά στη μέση, κι όλοι να πασχίζουν
βήμα να κρατήσουν με το εμβατήριο
ή με τα τύμπανα,
από κάθε λύκειο, κάθε γυμνάσιο, πρώτες σειρές,
διάλεγα με το νου μου το πιο όμορφο αγόρι
κρατώντας στη μνήμη τα χαρακτηριστικά
που με είχαν γοητεύσει :
αλλού των Μινωϊτών η λεπτή μέση,
αλλού οι δυνατοί μηροί του κούρου,
αλλού μια κλασική κατατομή, φαρδείς ώμοι,
το γενικό παράστημα τόσων και τόσων εφήβων
απλόχερα προς θέαση, κι απόλαυση κρυφή.
γυμνούς φαντασίωνα πολλούς, να προχωρούν
στην τότε εδώ έρημη Ιερά Οδό, πομπή σε γυμνικούς αγώνες,
σε επίδειξη παλαίστρας, σε μυητική θυσία, στα Ελευσίνια…

και πάνω απ τον πολύβουο κόσμο σήμερα,
εκθαμβωτικά εφηβικός ο ήλιος
τώρα στα σαράντα του καλοκαιριού!

με καύμα στα μάτια περίμενα κι εσένα να περάσεις
με την τάξη σου, κι ελεύθερα να σε θαυμάζω
- με βλέμμα διαφορετικό από γνωστούς και συγγενείς.

και πέρασες, από μακριά σ’ αναγνώρισα
αλλά δευτερόλεπτα μόνο κύλησαν, και ήδη είχες περάσει.
κι ό,τι ερωτόστικτες εικόνες αγοριών απομνημόνευσα
είχανε σβήσει.
μου έμεινε χάδι ο ήλιος, το γύρισμα του κεφαλιού σου
προς τα δώ όταν άκουσες τ’ όνομά σου,
το ήπιο χαμόγελο, το βήμα σου στον ήχο του τυμπάνου,
και η καρδιά μου να χτυπάει, και να χτυπάει
πιό δυνατά, πιό δυνατά. 


34.

ΜΕΤΑΓΓΙΣΗ

 

πέφτει βροχή βροχή,

τα σύννεφα τυλίγουν την πλαγιά.

στην πολυθρόνα τη φαρδειά με τα έντονα χρώματα

κουλουριάστηκες σαν έμβρυο

και περιμένεις να πλησιάζω

ν’ αρχίσω να χαϊδεύω την τοξωτή σου πλάτη,

ψηλά στους ώμους πρώτα

με το ένα μου χέρι,

και με τα δυό μετά

πιο απαλά, πιο χαμηλά, και χαμηλότερα.

 

τα πάνω σου ρούχα χαλαρά κι άνετα,

εύκολα παραμερίζονται και

προσκυνώ τους ζεστούς γυμνούς σου μύες

με χέρια-αγκαλιά.

παλάμες αναμμένες τυλίγουν

τη λεπττή σου μέση

κι αναβαίνοντας σιγά,

αντίχειρας και δείκτης

απαλότερα κι από αθώο μητρικό φιλί

τη μια θηλή περιεντρίβουν

κι έχεις κλείσει πια τα μάτια σου.

 

πέφτει βροχή βροχή.

με την τελευταία μελωδία του δίσκου

τελειώνει και το όνειρο.

σταγόνες χονδρές καταστάζει το παράθυρο.

από την πολυθρόνα δεν κουνήθηκες

και τα μεγάλα μάτια σου, τα ζωντανά αινίγματα,

ίσως και να με ρωτούν

γιατί δεν σε πλησίασα, τα χάδια πώς και ξέχασα;

ή μήπως ο δικός σου φόβος του ανεξερεύνητου

των ηδονών

μου μεταδόθηκε, δικός μου φόβος έγινε; 


35.

ΤΑ ΤΟΣΑ ΦΩΤΑ ΕΞΩ

 

για το σπίτι σου η διαδρομή μικρή

και βιαστικά τα λόγια ελευθερώνω,

να αιωρούνται

στο κλειστό αυτοκίνητο

χωρίς περιθώριο διαφυγής στη νύχτα.

 

και για να μη συνωστίζονται οι λέξεις

οι αλλόχροες σε τόσο μικρό χώρο,

μένεις σιωπηλός, απόμακρος,

σαν να μην έχει νόημα σάρκας επαφή

το χέρι μου πιεστικά

παλλόμενο

στο μηρό σου.

 

γιατί νά, ήδη φτάσαμε.

μαργαριτάρια μαύρα σου τα μάτια

με κοιτάζουν, και μισάνοιχτο το στόμα

μια λέξη κατακρατάει που

καίγομαι ν’ ακούσω.

 

μάταια όμως, με τόσα φώτα έξω

έτοιμα να διαλαλούν το ολίσθημα,

μοιρότακτο το λάθος. 


36.

ΣΚΟΤΑΔΙ ΣΤΟ ΦΩΣ

 

στο άλλο δωμάτιο καθόσουνα

όταν έσβησαν τα φώτα ξαφνικά

- από την καταιγίδα διακοπή ρεύματος γενική

στην περιοχή.

κι αμέσως, σαν φως να πλημμύρισε

σκέψεις κι αισθήματα για μέρες, για εβδομάδες

πνιγμένα στα «καθώς πρέπει»,

σηκώθηκα, ήρθα κοντά σου,

σε άγγιξα, σ’ αγκάλιασα πιο τρυφερά από ποτέ.

 

(άλλοι τρέχαν στο σκοτάδι για σπίρτα και κεριά)

 

και μείναμε κει, στη μέση του σπιτιού

να χαιρόμαστε, σαν άλλων εποχών παράνομοι εραστές

σε κήπους ή δασύλλια,

να χαιρόμαστε τα χέρια μας, τα βιαστικά

χαρούμενά μας χάδια.

 

ως το σπινθήρισμα του σπίρτου

όπου, σαν από κεραυνό

χωρίσαμε στα δυό. 



2 σχόλια:

  1. Στιγμές λίγο πιο πανω από καθημερινές μέσα στο χρόνο.. παντού μαζί όμως.. στο δοκιμαστήριο, στο μεκροταφείο, μαζί με συγγενείς.. και στο τέλος η αναγνώριση.. μέσα στο πλήθος.. :)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. mpravo,grafeis polu omorfa,mou xupnhses mnhmes...eimai hdh anagnwsths sou apo twra,na eisai kala

    ΑπάντησηΔιαγραφή