Σημείωση για τους αναγνώστες που δεν παρακολούθησαν από την αρχή (από 4 Απριλίου) τις αναρτήσεις:
Το έργο «ΕΞΙΣΤΟΡΗΣΗ». αποτελείται από 94 ποιήματα με θέμα τη σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα σ’ ένα νεαρό και έναν άνδρα μεγαλύτερο. Θέμα ακανθώδες. Ολοκληρωμένη ιστορία. Έργο ποιητικής φαντασίας και ελευθερίας.
Προτείνεται στους αναγνώστες να διαβάζουν τα ποιήματα με τη σειρά που θα αναρτώνται. Κάθε ποίημα διατηρεί φυσικά την αισθητική του αυτονομία, αλλά εντάσσεται σαν κρίκος σε μια αλυσίδα. Ο ποιητής δίνει το λόγο στον άνδρα, που, απευθυνόμενος στο νεαρό, θυμάται, καμιά φορά ώρα προς ώρα, μέρα προς μέρα, και εξιστορεί...
16.
ΚΛΟΙΟΣ
ο ήλιος μου θυμίζει το νησί.
η καρτερική ελιά μου θυμίζει το νησί.
το σκληρό και διψασμένο χώμα της αυλής μού θυμίζει το νησί.
από τον κήπο σου περνάω,
τη σκάλα με χτυποκάρδι ανεβαίνω, ανώφελο.
στο σπίτι σου κάθομαι, ώρες κάθομαι,
και θυμάμαι το νησί
όπου αμέσως βρίσκαμε έρημους όρμους
κι ας ήταν αιχμή καλοκαιριού.
ο πίνακας αυτός μου θυμίζει το νησί.
καθόμαστε και κάτω από κρυφοκοιτάγματα και σιωπή
αποδράσεις ονειρευόμαστε,
λεπτό προς λεπτό τη φυγή
απ τον κλοιό.
17.
ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΟΝΕΙΡΩΝ
αναδιακοσμημένο το δωμάτιο,
με ζεστά σκεπάσματα στρωμένο το κρεβάτι
και ζωηρά τα χρώματα.
επιθεωρώ ένα γύρω,
κάτι διορθώνω εδώ εκεί,
τα νύχια μου ελέγχω,
το πρόσωπό μου στον καθρέφτη,
ένα χαμόγελο φαρδύ, δοκιμαστικό.
θέλω νάμαι έτοιμος για κάθε προσέγγιση
για κάθε άγγιγμα
για κάθε χάδι
για φιλιά κλεμμένα ή σε σάρκα πρόθυμη,
σε χείλη ηφαιστιώδη
ή στην αλμύρα τη γλυκιά,
την καυτερή της στύσης
ή όπου αλλού οδηγήσει
ο οίστρος της στιγμής.
θα σε γδύσω με βασανιστικά αργό ρυθμό,
χάδια σου επιφυλάσσω τα πιο ανοίκεια
τα πιο ερεθιστικά.
θα σε φορτίσω ηδονή ασήκωτη για πολύ,
θα σπαρταράς, θα σπαρταράς ως την
ύστατη ρανίδα, ως την
τέλεια εξάντληση.
απ το παράθυρο ψηλά σε βλέπω να πλησιάζεις
- μπορεί κι ανύποπτος
ότι απόψε η ακρομοιραία ώρα -
ήδη σου ανοίγω κι όσα πέντα λεπτά πριν
συμπύκνωνα σε άγρια επιθυμία
τα ξέχασα
γι’ αυτό
έλα κοντά μου, ξάπλωσε και
το δικό σου όνειρο συνεύρεσης
με σιγανή φωνή αφηγήσου μου.
18.
ΑΠΟΠΕΙΡΑ
τα δάχτυλά μου στα σκληρά μαλλιά σου
και δεν είπες τίποτα.
ένα χάδι μου επίτηδες αργό στον άγουρο αυχένα σου,
έπειτα ξανά και ξανά
και δεν είπες τίποτα.
η σιωπή πύκνωσε
όταν σου χάιδεψα τους ώμους
με τα δυό μου χέρια,
με όλη τη σαγήνη των ματιών μου
τη γυμνή σου πλάτη.
όταν άπληστα με βραχίωνες και χείλη
απαλά χαιρόμουνα όλο σχεδόν σου το σώμα,
δεν είπες τίποτα.
μόνο, μια κίνηση ελάχιστη του αγκώνα
όταν άγγιξα μια θηλή σου,
αλλά αφέθηκες,
κι όλο πιο φορτισμένη η σιωπή.
- έξω ακούραστα υμνούσαν τα πουλιά
και υμνούσε ο ήλιος τη ζωή -
ήθελα με το σώμα μου ολόκληρο
τρυφερά να σε καλύψω, αλλά δίσταζα.
τολμηρά το μηρό σου χάιδεψα
και σα να ήρθες πιο κοντά…
αλλά την ώρα που τα χέρια μου,
κάτω απ το χρωματιστό εσώρουχο
ντροπαλά τη ζεστή εφηβική σου σάρκα
αναζητούσαν,
βήματα ακούστηκαν στον κήπο και
γρήγορα το δωμάτιο γέμισε
φωνές συγγενών και δραστηριότητα.
για ώρα πολλή το βλέμμα σου πάνω μου
παρέμεινε, όπως πριν, αινιγματικό.
Πάθος!!!
ΑπάντησηΔιαγραφή