Τρίτη 19 Απριλίου 2011

Εξιστόρηση (16)


Σημείωση για τους αναγνώστες που δεν θέλουν να παρακολουθήσουν την «Εξιστόρηση»: Κατά τους μήνες Φεβρουάριο και Μάρτιο 2011 αναρτήθηκαν κάπου 260 ποιήματα, όλα αφιερωμένα στη φιλία και τον ερωτισμό άνδρα προς άνδρα, ποιήματα εντελώς αυτόνομα.

Αντιθέτως, το έργο «Εξιστόρηση», που αναρτάται αυτές τις μέρες, αποτελείται από 94 ποιήματα, απόλυτα συνδεδεμένα μεταξύ τους, με συγκεκριμένο θέμα τη σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα σ’ ένα νεαρό και έναν άνδρα μεγαλύτερο. Θέμα ακανθώδες. Ολοκληρωμένη ιστορία. Έργο ποιητικής φαντασίας και ελευθερίας.

Προτείνεται στους αναγνώστες να διαβάζουν τα ποιήματα της «Εξιστόρησης» με τη σειρά που θα αναρτώνται. Κάθε ποίημα διατηρεί φυσικά την αισθητική του αυτονομία, αλλά εντάσσεται σαν κρίκος σε μια αλυσίδα. Ο ποιητής δίνει το λόγο στον άνδρα, που, απευθυνόμενος στο νεαρό, θυμάται, καμιά φορά ώρα προς ώρα, μέρα προς μέρα, και εξιστορεί...

Στα τρία επόμενα ποιήματα, η ένταση που προϋπήρχε, δίνει θέση σε θεωρήσεις από διαφορετική σκοπιά: ο άνδρας, έχοντας φτάσει στο σκοπό του, σκέφτεται, σκέφτεται πώς θα είναι το μέλλον.

Στο ποίημα 46. (άφοβος πια) εκδηλώνει εξαιρετική αυτοπεποίθηση, νιώθει ότι δίπλα στον έφηβο, ξαναέγινε κι ο ίδιος έφηβος. Ανησυχία πουθενά στο λόγο του.
Στο ποίημα 47. (εμείς, σε πλαίσιο ιστορικό) τοποθετεί τη σχέση του με το νεαρό παράλληλα με τη σχέση Αλκιβιάδη-Σωκράτη. Αλαζονία, φυσικά. Και ερμηνεύει με τον τρόπο του και κρίνοντας εξ ιδίων όσα διηγείται ο Πλάτων στο «Συμπόσιο».
Τέλος, στο ποίημα 48 (ο φόβος του τέλους) αρχίζει και διαφαίνεται η ανησυχία του άνδρα για το τί μπορεί να συμβεί πολύ αργότερα, όταν η σχέση θα έχει μπει σε φθίνουσα πορεία. Αλλά πρόκειται μόνο για τυχαία σκέψη, μια αφηρημάδα, σήμερα όλα πηγαίνουν καλά.



46.
ΑΦΟΒΟΣ ΠΙΑ

λίθο βασάλτου ύψωσα κι έριξα
προκλητικά, και πορεύομαι
σαν τον αλήτη έφηβο,
που σε μια νύχτα ηδονών
όλα τα κατέκτησε,
και την αυγή
ελεύθερος αντίκρυζε τον ήλιο
να αναδύεται από υποταγμένα
αποκύματα
- τον έφηβο του κάποτε που ήμουν,
που δίπλα σου υποδύομαι ξανά.



47.
ΕΜΕΙΣ, ΣΕ ΠΛΑΙΣΙΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ

τον Αλκιβιάδη το νεαρό
θα ζητούσα σύμμαχο
για να σε φέρω κοντά μου.
την ομορφιά του να μου δώσει, τη σαγήνη,
το θράσος το εφηβικό
για νάμαι ασυγκράτητος στη μάχη της κατάκτησης
του σώματός σου.

και όσο για ψυχή,
τον Αλκιβιάδη πάλι, το νεαρό
που απογοητευμένος είδε το Σωκράτη
ατάραχο να αρνείται όσα Έλληνας κανένας
δεν θα περιφρονούσε: εκλεκτού εφήβου
μια νύχτα τη νομή.
τον Αλκιβιάδη θάφερνα κοντά μας

να μας διηγηθεί
πόσο μετανοιωμένος τον φώναξε ο Σωκράτης
κοντά του την επόμενη.



48.
Ο ΦΟΒΟΣ ΤΟΥ ΤΕΛΟΥΣ

χαϊδεύω το κοίλο της πλάτης σου κι αφήνεσαι.

στην άκρη των δαχτύλων μου
η μοίρα τα μελλούμενα ζυγίζει
προς επιμερισμό:
με ποιά οικειότητα θα κοιταζόμαστε στα μάτια,
σε ποιά χαρά μαζί, σε ποιά βιώματα κοινά
θα ανατρέχουμε πολύ αργότερα με ζωηρό το βλέμμα
της επιθυμίας ακόμα, του αίσιου κορεσμού,
ή με τη νοσταλγία του ματαίου, του ανεκπλήρωτου;
οι μύες που τώρα μ’ ευλάβεια ιεροφάντη στην ηδονή εισάγω,
μη σε μήνα, μή σε χρόνο, ανδρωμένοι
σκληραίνουν γι’ απόκρουση, τεντώνονται για χτύπημα,
και η σιωπή σου του σήμερα, μην αύριο μετακυλήσει
σε περιφρόνηση, σ’ απέχθεια, σε μίσος…

να, αφαιρέθηκα.
γύρνα, κοίταξέ με, χαμογέλασέ μου:
με αγάπη, με χέρια βάλσαμο
χαϊδεύω τους κεράμειους μυς των μηρών σου
κι αφήνεσαι.

1 σχόλιο: