Τετάρτη 30 Μαρτίου 2011


ΥΠΟΣΧΕΣΗ 

η άνοιξη περνάει απ το δρόμο,
αγόρι απ τα πέρα τετράγωνα περνάει,
χαρούμενο από στίβο κι αγώνες στην άλλη άκρη της γειτονιάς.
τα πόδια του ως ψηλά ακάλυπτα
στο σκιερό δρόμο φεγγοβολούν,
κνήμες και μηροί των νεαρών θεών της φυλής
(πότε μαύρισε ;  πόσο τρέχει στον ήλιο του χειμώνα ;)
τώρα από μπροστά μου περνάει,
δειλά το βλέμμα του ψάχνω.

κι άνοιξη σαν δυνατός χορός
το σώμα μου χτυπάει :
χαμογελώντας, αφηρημένος μάλλον με χαιρέτησε,
τα βήματά του ελαστικά απομακρύνονται, οι χνουδωτοί μηροί.
και τους τυλίγω με φιλιά,
ακράτητα με χέρια σφιχτά και μανιασμένα φιλιά
και λόγια ακατάληπτα κτήμα μου τα κάνω
ηδονοθηρικά.



ΦΑΝΤΑΣΙΩΣΗ 

στην πρωινή ερημιά των βράχων
ξαπλωμένος, ονειρεύομαι...

χέρια νεαρά να σχεδιάζουν αόρατη ροή χαδιών
στα μαλλιά μου, στους ώμους μου, στο κοίλο της πλάτης, στη μέση,
δαχτυλιές ηδονής στην κνήμη, στους έσω μηρούς, και ήδη
ζεστά ακροδάχτυλα ν' αναζητούν το πιο ζεστό σημείο του σώματός μου,
χείλη σαρκώδη με οσμή αφροδίσια, μεθυστική, ν' αποθέτουν υγρή ανάσα
στο σβέρκο μου, κάτω απ το αυτί, προς το λαιμό,
κι ω κρουστοί κοιλιακοί να περιψαύουν την καμπύλη των γλουτών,
το σώμα μου στην ολόσωμη επαφή ανεξέλεγχτα να συσπάται...

και μηχανικά, ανυπόμονα, σαν νάταν οι γεύσεις του ονείρου,
τα νεαρά χέρια, τα χείλη, το θεϊκό το σώμα, υπαρκτά,
ικετευτικά τείνω τα σκέλη μου,
όσο μπορώ πιο ικετευτικά, σφαδάζοντας
για να γευτώ
τη διεισδυτική ορμή,
ώριμου ήδη εφήβου
την ακόρεστη αλκή.



ΦΑΣΗ ΤΡΙΤΗ

λόγος στρυφνός, επιθετικός.
λόγος που θίγει.
λόγος ανεπιτήδευτος που πληγώνει βαθύτερα
- αφού τον είπες εσύ -
που πληγώνει βαθύτερα αφού εγώ σου τον έβαλα στο στόμα,
ελπίζοντας να μην το ακούσω ποτέ από φίλο.

η τρίτη φαση:
από αδυναμία θα πληγώνουμε ο ένας τον άλλον.



ΦΘΟΡΑ 

τότε ήταν αλλιώς.
με αφέλεια εφηβική
διάλεγα και πλήγωνα,
γευόμουνα τ' άκρατα νειάτα των συντρόφων μου
με τα κριτήρια του ιδανικού ωραίου, με τα μάτια μου να συγκρίνουν
αγάλματα ακρωτηριασμένα, αλλά τόσο εύγλωττα ερωτικά, με τα σώματα
που απελπισμένα πολλές φορές, γύρευαν ένα σημάδι μου, την αφή μου.

κι ο τυχερός, τυχερός.

για τη δική μου τύχη του εκλεγμένου, πολύ αργότερα
θ' αντιλαμβανόμουνα το ειδικό βάρος των δεκαπέντε, των δεκαέξι, των
δεκαεφτά μου χρόνων.
στην πρώτη αμφιταλάντευση, κι αργότερα ακόμα, στην πρώτη άρνηση,
στην πρώτη απαίτηση για κείνη ή άλλη στάση, για κείνο ή άλλο ρόλο,
στην πρώτη νύξη για πληρωμή.

κι έμαθα να σκέφτομαι
σταδιακά όλο και εντονότερα,
πως θα φτάσω τα πενήντα κάποια ώρα,
και τότε η τύχη μου θάναι εξαιρετική
αν όσοι τώρα συγκαταβατικά, σαν από περιέργεια και μόνο, καταδέχομαι,
στο απελπιστικά επίμονο, ικετευτικό μου βλέμμα, τότε,
- από ποιά παρόρμηση αράγε ; -
ανταποκριθούν...




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου